Μετά από σχεδόν τρεις δεκαετίες έκθεσης σε ακτινοβολία στο χώρο της πυρηνικής καταστροφής του Τσερνόμπιλ, έχουν αναπτυχθεί απροσδόκητα μεγάλοι πληθυσμοί άγριας ζωής. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απουσία ανθρώπων από την περιοχή.
Μία διεθνής ομάδα ερευνητών ανακάλυψε ότι πολλά ζώα, συμπεριλαμβανομένων ελαφιών, αγριογούρουνων και λύκων, βρίσκονται σε αναπάντεχη αφθονία στα 4.200 τετραγωνικά χιλιόμετρα της έκτασης που καταστράφηκε ή αποκλείστηκε μετά από το ατύχημα στο σταθμό πυρηνικής ενέργειας. Η καταστροφή του Τσερνόμπιλ το 1986 εκτόπισε πάνω από 300.000 κατοίκους, προκάλεσε 31 άμεσους θανάτους ανθρώπων και προκάλεσε τουλάχιστον 40.000 θανάτους από καρκίνο.
Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι σχεδόν 30 χρόνια μετά το ατύχημα δε φαίνεται να υπάρχει καμία αρνητική επίδραση στην αφθονία θηλαστικών, παρά τις πολλές καταστροφικές επιπτώσεις στην πανίδα κατά τη διάρκεια του ατυχήματος και αμέσως μετά. Η έρευνα επισημαίνει ότι τους πρώτους έξι μήνες μετά την καταστροφή, οι εξαιρετικά υψηλές δόσεις της ακτινοβολίας «επηρέασαν σημαντικά την υγεία των ζώων και την αναπαραγωγή τους». Ωστόσο, μετά την ανάκαμψη των πληθυσμών των ζώων, η απουσία του ανθρώπου από το βιότοπό τους, δηλαδή της μεγαλύτερης απειλής για την ύπαρξή τους, οδήγησε σε πληθυσμιακή έκρηξη χωρίς προηγούμενο.
Για παράδειγμα, τα στοιχεία της απογραφής δείχνουν ότι οι λύκοι στην περιοχή του Τσερνόμπιλ είναι επτά φορές περισσότεροι από τους αντίστοιχους πληθυσμούς σε κοντινά καταφύγια.
«Αυτό δεν σημαίνει ότι η ακτινοβολία ωφελεί την άγρια ζωή, αλλά μόνο ότι οι επιπτώσεις της ανθρώπινης παρουσίας και δραστηριότητας, όπως το κυνήγι, η γεωργία και η δασοκομία, είναι πολύ χειρότερες», δήλωσε ο Τζιμ Σμιθ, καθηγητής Περιβαλλοντικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ στην Αγγλία και συντονιστής της ερευνητικής ομάδας.