Το «παράθυρο της ευκαιρίας» για περιορισμό της παραγωγής εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με στόχο την ανάσχεση της υπερθέρμανσης κλείνει, υποστηρίζει το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UNEP), καθώς εκπρόσωποι 190 χωρών ετοιμάζονται να μεταβούν στη Βαρσοβία για τη 19η διεθνή διάσκεψη για την κλιματική αλλαγή. Προειδοποιεί ότι οι χώρες θα αναγκαστούν να καταφύγουν σε πιο περίπλοκα, δαπανηρά και επικίνδυνα μέσα για να αποτρέψουν περαιτέρω άνοδο των θερμοκρασιών.
Όπως αναφέρει στην εισαγωγή της έκθεσης του UNEP ο επικεφαλής του Αχίμ Στάινερ, η λύση για τον περιορισμό των εκπομπών συνιστά κατά κύριο λόγο πολιτικό πρόβλημα, καθώς η τεχνολογία υπάρχει. Οι καθυστερήσεις «έχουν ένα τίμημα: θα πρέπει να προχωρήσουμε σε δραστικότερες και ακριβότερες ενέργειες για να κλείσουμε το κενό των εκπομπών έως το 2020», αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Στάινερ.
Οι συντάκτες της έκθεσης ανέλυσαν τις δεσμεύσεις των χωρών για περιορισμό των εκπομπών, επιχειρώντας να αξιολογήσουν εάν αυτές επαρκούν για να επιτευχθούν οι στόχοι. Το λεγόμενο «κενό εκπομπών» υπολογίστηκε σε 8 δισεκατομμύρια έως 13 δισ. τόνους σε σχέση με το στόχο που τέθηκε το 2010 για περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς Κελσίου.
Παρότι ο UNEP υποστηρίζει ότι – θεωρητικά τουλάχιστον – η επίτευξη των στόχων παραμένει εφικτή, ορισμένοι ειδικοί λένε ότι ο στόχος των 2 βαθμών Κελσίου είναι πολύ αισιόδοξος.
«Το να πετύχουμε το στόχο των 2 βαθμών γίνεται όλο και πιο απίθανο με κάθε χρόνο που περνά», δήλωσε στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων ο ερευνητής του γερμανικού Ινστιτούτου για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Ασφάλειας (SWP) Όλιβερ Γκέντεν εκτιμώντας ότι ο στόχος θα πρέπει να εγκαταλειφθεί ή να προσαρμοστεί στα σημερινά δεδομένα. Μεταξύ άλλων, ο UNEP απευθύνει έκκληση για παροχή οικονομικής βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να αποτραπεί η ενίσχυση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων.
Επιπλέον, προτείνει την αύξηση των επενδύσεων στην ενεργειακή αποδοτικότητα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και τη βελτίωση των γεωργικών πρακτικών και τη μεταρρύθμιση των συστημάτων επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα ως τρόπους περιορισμού των εκπομπών.